Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

τὰς μελίττας

См. также в других словарях:

  • προαπελαύνω — Μ διώχνω εκ τών προτέρων («καπνῷ προαπελαύνειν τὰς μελίττας», Γεωπ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + ἀπελαύνω «εκτοπίζω, εξορίζω»] …   Dictionary of Greek

  • κηφήνας — ο (Α κηφήν, ῆνος) 1. η αρσενική μέλισσα («τὰς μὲν μελίττας εἰσδύεσθαι, τοὺς δὲ κηφῆνας μή, διὰ τὸ εἶναι αὐτοὺς μείζους», Αριστοτ.) 2. μτφ. άνθρωπος οκνηρός και άεργος που ζει εις βάρος τών άλλων, παράσιτο νεοελλ. ζωολ. μέλος μιας κάστας… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»